- μεταδαίνυται
- μεταδαίνυμαιshare the feastpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μεταδαίνυμαι — (Α) 1. δειπνώ με κάποιον, συντρώγω («οὐ σός γε πατὴρ μεταδαίνυται ἡμῑν», Ομ. Ιλ.) 2. παίρνω μέρος σε κάτι, συμμετέχω (α. «ἵνα δὴ καὶ ἐγὼ μεταδαίσομαι ἱρῶν», Ομ. Ιλ. β. «αὐτὸς ὅπως ἐθέλεις μεταδαίνυσο», Κόιντ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + δαίνυμαι… … Dictionary of Greek